Παράθεση Αρχική ανάρτηση από Χάρης Προβολή Ανάρτησης
τιτίζης ο [titνzis] θηλ. τιτίζα [titνza]: (μειωτ., προφ.) άνθρωπος σχολαστικά λεπτολόγος.
[τουρκ. titiz -ης· τιτίζ(ης) -α]
Ευχαριστώ